Σελίδες

Σάββατο 21 Ιουλίου 2012

Nέα μέθοδος καταπολέμησης του Δάκου στην Λέσβο με καολίνη



Κι ενώ στη Λέσβο ακόμη περιμένουμε να αρχίσει η δακοκτονία (ποτέ άλλοτε η δακοκτόνια δεν είχε καθυστερήσει τόσο πολύ) υπάρχουν ελαιοπαραγωγοί στη Λέσβο που δεν κάθονται με δεμένα χέρια ..
Αντίθετα εφαρμόζουν πρωτοποριακές μεθόδους καταπολέμησης του δάκου που πρώτη φορά εφαρμόζονται στη Λέσβο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο ελαιοπαραγωγός και Γεωπόνος (πρώην προϊστάμενος της Δ/νσης Γεωργίας Λέσβου) κος Ιωάννης Αντωνίου.
Ο κος Αντωνίου εδώ και ένα μήνα έχει εφαρμόσει σε ελαιόκτημα στην περιοχή Χάλικας Μυτιλήνης δοκιμαστικό ψεκασμό των ελαιόδεντρων με καολίνη (σε περίπου 200 ελαιόδεντρα) με θεαματικά αποτελέσματα.  Είναι η πρώτη φορά στη Λέσβο που εφαρμόζεται μαζικά αυτός ο τρόπος καταπολέμησης του δάκου.
Ας δούμε όμως τι είναι ο καολίνης και πως λειτουργεί:
Τι είναι ο καολίνης:
Ο καολίνης είναι ένα φυσικό ορυκτό (πλούσια κοιτάσματα καολίνη βρίσκονται στη Μήλο) που έχει λευκό χρώμα και είναι ακίνδυνο για τον άνθρωπο.Ο καολίνης, κυκλοφορεί και ως «η καολίνη». Είναι πέτρωμα αργιλοπυριτικό, και είναι πάντοτε προϊόν αλλοίωσης άλλων αργιλοπυριτικών ορυκτών, κυρίως αστρίων, είτε με αποσάθρωση είτε με υδροθερμική δραστηριότητα και το μήλινο έδαφος διαθέτει αρκετή από αυτήν.
Οι άνθρωποι εξακολουθούν να βγάζουν καολίνη από τη γη. Μόνο από το έδαφος της Ευρώπης βγάζουν πάνω από 6000 τόνους το χρόνο.
ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
Λάμψη:
Μαργαριτώδης σε καλά κρυσταλλωμένο υλικό, αλαμπής σε συσσωματώματα.
Χρώμα:
Λευκό. Συχνά υποκίτρινο, κοκκινωπό, καστανωπό, τεφρό εξαιτίας προσμείξεων. Λευκή στεατώδης ποικιλία είναι ονακρίτης.
Γραμμή σκόνης:
Λευκή μέχρι υποκίτρινη.
Σκληρότητα:
2 – 2½. Η μικρότερη σκληρότητα που παρουσιάζει μερικές φορές οφείλεται στα εύθρυπτα συσσωματώματά του.
Ειδικό βάρος:
2,6.
Σχισμός:
Πολύ τέλειος κατά (001). Δεν φαίνεται με γυμνό μάτι.
Διαφάνεια:
Οι κρύσταλλοι είναι ημιδιαφανείς ενώ οι μάζες αδιαφανείς.
Τηκτικότητα:

Παρατηρήσεις:
Μικρά, λεπτά ρομβικά ή ψευδοεξαγωνικά πλακίδια ορατά με το μικροσκόπιο. Συνήθως όμως βρίσκεται σε συμπαγή ή εύθρυπτα συσσωματώματα. Ο καολινίτης αποτελεί το κύριο ορυκτό συστατικό του καολίνη και της αργίλου. Είναι πάντοτε δευτερογενές ορυκτό, προϊόν αλλοίωσης άλλων αργιλοπυριτικών ορυκτών, κυρίως αστρίων, είτε με αποσάθρωση είτε με υδροθερμική δραστηριότητα (καολινίωση αστρίων). Ο καολίνης έχει λιπαρή αφή, κολλά στη γλώσσα, γίνεται πλαστικός όταν υγρανθεί, μυρίζει άργιλο όταν εκπνεύσουμε πάνω του. Χρησιμοποιείται στην κατασκευή πορσελάνης, δύστηκτων υλικών, χαρτιού, χρωμάτων, λαστίχων, πλαστικών και κεραμικών.
Όνομα:
Από την κινέζικη λέξη kao-ling = ψηλή ράχη που είναι η ονομασία του βουνού κοντά στο Jaucha Fa, Jianxi (Κίνα) όπου βρέθηκε.

Πως λειτουργεί:
Ο καολίνης είναι ένα υψηλής καθαρότητας φυσικό ορυκτό, το οποίο δημιουργεί ένα λεπτό άσπρο στρώμα. Οι ελιές όταν ψεκαστούν με αυτό το σκεύασμα γίνονται άσπρες από την κορφή μέχρι την ρίζα. Εκδηλώνει εντομοαποθητική και ακαρεοαποθητική δράση, αφού οι κόκκοι καολίνης που κολλούν στο εξωτερικό του σώματος του ζωικού εχθρού έχει ως αποτέλεσμα να τα απομακρύνει. Επίσης, καθίσταται δυσχερής η διατροφή τους και η ωοθεσία τους σε ψεκασμένο από καολίνη φυτικό ιστό.  Επίσης προστατεύει την καλλιέργεια αρχικά από ηλιακά εγκαύματα και θερμικές καταπονήσεις.
Βέβαια όσο μεγαλώνει ο καρπός και η επιφάνειά του η κάλυψή του με καολίνη μειώνεται κι αυξάνει ο κίνδυνος ο δάκος να αφήσει το αβγό του. Γι’ αυτό τον λόγο, καλό είναι να ψεκάζεται το δένδρο κατά την περίοδο αύξησης του καρπού κάθε μήνα από τον Ιούνη μέχρι τον Σεπτέμβριο, που ολοκληρώνεται η περίοδος αύξησης του καρπού.
Μικρά Μυστικά
Υπάρχουν μερικά μυστικά για τη σωστή εφαρμογή του ψεκασμού όπως μας λέει ο κος Αντωνίου.
Σε αυτή την καταπολέμηση του δάκου, χρησιμοποιούμε το σκεύασμα καολίνη μαζί με προσκολλητικό λάδι και χρειάζεται διαρκή ανάδευση ώστε να είναι ομοιόμορφος ο ψεκασμός.
———————-
Μήπως λοιπόν θα πρέπει να αλλάξουμε  το τρόπο που βλέπουμε τη δακοκτονία  και να πάμε κόντρα στις βιομηχανίες γεωργικών φαρμάκων ;

Τρίτη 3 Ιουλίου 2012

Μοχλός ανάπτυξης η κτηνοτροφία στην Αμφιλοχία

«Η κτηνοτροφία βασικός πυλώνας ανάπτυξης του Δήμου Αμφιλοχίας» θα είναι το θέμα της ημερίδας που θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο 7 Ιουλίου στην αίθουσα συνεδριάσεων του Δήμου Αμφιλοχίας.
Την εκδήλωση διοργανώνουν η Ένωση Βαλτινών Επιστημόνων και ο Δήμος Αμφιλοχίας. Στην ημερίδα θα παρουσιασθούν εισηγήσεις για την κτηνοτροφία της Αιτωλοακαρνανίας, τα προβλήματα και τις προοπτικές της κτηνοτροφίας, τη δημιουργία ομάδων παραγωγών για την προστασία των γαλακτοκομικών προϊόντων, την παραγωγή ζωοτροφών από την κτηνοτροφική εκμετάλλευση, το αιγοπρόβειο γάλα ως πρώτη ύλη ποιοτικών γαλακτοκομικών προϊόντων, την εκτροφή και τη διαχείριση της υγείας των αιγοπροβάτων. Μετά το τέλος των ομιλιών θα ακολουθήσει ανοικτή συζήτηση. Περισσότερες πληροφορίες στο: 26420/22921.

Δευτέρα 2 Ιουλίου 2012

Πως θα παίρνουν επιδοτήσεις οι Αγρότες από το 2013 έως το 2020 ;


Αλλαγές στην εσωτερική κατανομή των αγροτικών επιδοτήσεων ανάμεσα στους Έλληνες δικαιούχους θα φέρει η εφαρμογή της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής που ετοιμάζεται να υιοθετήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η θεμελιώδης διαφοροποίηση της καινούργιας ΚΑΠ που θα εφαρμοστεί την περίοδο 2014 – 2020, είναι η μετάβαση από το λεγόμενο «ιστορικό» μοντέλο ενισχύσεων στο λεγόμενο «περιφερειακό». Ενώ δηλαδή οι Έλληνες αγρότες έπαιρναν επιδοτήσεις με βάση τον αριθμό των δικαιωμάτων που είχαν εξασφαλίσει όταν άλλαξε το σύστημα, τώρα πλέον θα πληρώνονται με κριτήρια την έδρα και το είδος της εγκατάστασής τους.
Το ότι θα εφαρμοστεί πλέον το περιφερειακό μοντέλο, είναι δεδομένο. Αυτό που μένει να αποφασιστεί, και είναι δουλειά της ελληνικής πολιτείας να το αποφασίσει, είναι με ποιόν τρόπο θα χωριστούν οι περιφέρειες της χώρας, στο εσωτερικό των οποίων η αντιμετώπιση θα είναι ενιαία: επιδότηση ανά στρέμμα ανεξάρτητα από το είδος της καλλιέργειας.
Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, σε συνεργασία με αγροτικές οργανώσεις, έχει επεξεργαστεί κάποια σενάρια για τον τρόπο εφαρμογής του περιφερειακού μοντέλου, τα οποία μελετώνται για να ληφθούν οι αποφάσεις, προφανώς από την καινούργια κυβέρνηση, σε συνδυασμό με τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα όμως με τα πρώτα συμπεράσματα, υπάρχουν κάποιες αλλαγές που θα προκύψουν ανεξάρτητα από το ποιο σενάριο θα επιλεγεί τελικά. Οι βασικές από αυτές είναι ότι θα μειωθούν οι επιδοτήσεις στους καλλιεργητές ελαιολάδου, βαμβακιού, σταφίδας και καπνού. Αντίθετα θα αυξηθούν στις αροτραίες καλλιέργειες (σιτηρά, καλαμπόκι κ.λπ.) και στην κτηνοτροφία.
Από την άλλη, φαίνεται ότι θα περιοριστεί το ύψος των επιδοτήσεων σε περιοχές που έχουν ευνοηθεί μέχρι τώρα, όπως η Κρήτη και η Πελοπόννησος και θα αυξηθεί σε περιοχές όπως η Δυτική Μακεδονία.
Σήμερα, τα υψηλότερα δικαιώματα, κατά σειρά, είναι στις καλλιέργειες της σταφίδας, του καπνού, της βιομηχανικής ντομάτας, του βαμβακιού, του ελαιολάδου και τελευταία είναι τα δικαιώματα στις αροτραίες καλλιέργειες. Οι τομείς που δεν έχουν καθόλου δικαιώματα είναι οι δενδρώδεις καλλιέργειες οπωροφόρων, εκτός από ορισμένα προϊόντα που όμως έχουν πολύ μικρά ποσά ενίσχυσης, και οι βοσκότοποι, αφού οι κτηνοτρόφοι επιδοτούνται με ειδικά δικαιώματα ανά ζώο και όχι ανά στρέμμα.
Αντίστοιχα μεγάλες είναι και οι ανισότητες μεταξύ των περιφερειών της χώρας. Για παράδειγμα, με βάση τα στατιστικά στοιχεία που έχει επεξεργαστεί ο ΟΠΕΚΕΠΕ, η μέση αξία των δικαιωμάτων στην περιφέρεια της Κρήτης ανέρχεται στα 152,9 ευρώ το στρέμμα, ενώ στη Δυτική Μακεδονία, μια περιοχή με κυρίαρχες τις αροτραίες καλλιέργειες, η μέση αξία υπολογίστηκε στα 35,2 ευρώ το στρέμμα.
Τα τρία σενάρια των αλλαγών
1) Το πρώτο σενάριο, όπως το επεξεργάστηκε η Ομάδα Εργασίας του υπουργείου, είναι να θεωρηθεί ολόκληρη η χώρα ως μία περιφέρεια και να ισχύει ενιαία ενίσχυση, με αφετηρία τα 16,7 ευρώ το στρέμμα. Στη συνέχεια να γίνουν αυξομειώσεις ανάλογα με το είδος της καλλιέργειας και να λαμβάνεται υπόψη η απόδοση κάθε καλλιέργειας και οι εργατοώρες απασχόλησης που απαιτεί. Το μοντέλο αυτό μοιάζει με εκείνο που ισχύει και δεν αναμένεται να φέρει μεγάλες αλλαγές, δεν είναι όμως αυτό που προτιμάται.
2) Το δεύτερο σενάριο προβλέπει ότι η Ελλάδα χωρίζεται σε τρεις περιφέρειες, ανάλογα με το σημερινό μέσο ύψος ενίσχυσης ανά στρέμμα παίρνοντας ως μονάδα τον πρώην Νομό.
● Η πρώτη περιφέρεια αποτελείται από τους νομούς των οποίων το μέσο ύψος ενίσχυσης είναι μικρότερο από το 85% του μέσου όρου της χώρας.
● Η δεύτερη περιφέρεια αποτελείται από τους νομούς των οποίων το μέσο ύψος ενίσχυσης είναι μεταξύ 85% και 115% του μέσου όρου όλης της χώρας.
● Η τρίτη περιφέρεια αποτελείται από τους νομούς των οποίων το μέσο ύψος ενίσχυσης είναι πάνω από το 115% του μέσου όρου ολόκληρης της χώρας.
Σε αυτή την περίπτωση στην πρώτη περιφέρεια θα γίνει αύξηση των πόρων, έτσι ώστε να καλυφθεί η διαφορά από το μέσο όρο ενίσχυσης στο σύνολο της Ελλάδας. Οι πόροι που απαιτούνται για αυτή την αύξηση θα προέλθουν από αντίστοιχη μείωση των πόρων της τρίτης περιφέρειας που περιλαμβάνει τις ενότητες με υψηλή ενίσχυση. Στη δεύτερη περιφέρεια θα διατηρηθεί το σύνολο των πόρων αμετάβλητο.
3) Το τρίτο σενάριο προβλέπει τον χωρισμό της επικράτειας σε δύο ή τέσσερις περιφέρειες, με βάση όμως την έκταση και όχι το ύψος των υφιστάμενων επιδοτήσεων. Σε αυτή την περίπτωση εξετάζονται πέντε υπο-σενάρια, όπου η Ελλάδα χωρίζεται είτε σε βοσκότοπους και καλλιεργήσιμες εκτάσεις είτε σε ορεινές και πεδινές περιοχές, είτε σε συνδυασμό αυτών των δύο κριτηρίων.
Και σε αυτή την περίπτωση χρησιμοποιείται ένα «εργαλείο» μεταφοράς πόρων για να απαλύνει τις ανισότητες που θα δημιουργηθούν, ωστόσο «όλο το παιχνίδι» παίζεται στο ποιο ποσοστό των πόρων θα μεταφερθεί.

Κυριακή 1 Ιουλίου 2012

Οικογενειακά τυροκομεία από κτηνοτρόφους

Σημαντική ευκαιρία για τους εκτροφείς αιγοπροβάτων αποτελεί η ίδρυση μονάδας, στην οποία θα εκμεταλλεύονται οι ίδιοι το γάλα που παράγουν. Εισόδημα αυξημένο κατά 20-30% μπορεί να αποφέρει η μεταποίηση του γάλακτος

Αύξηση κατά 20 με 30% στο εισόδημα των αιγοπροβατοτρόφων μπορεί να φέρει η δημιουργία οικογενειακού τυροκομείου.
Κτηνοτρόφοι που ασχολούνται με την εκτροφή αιγοπροβάτων μπορούν να εκμεταλλευτούν το γάλα όχι μόνο με τη διάθεσή του στους εμπόρους αλλά αξιοποιώντας το οι ίδιοι για την παραγωγή τυροκομικών προϊόντων, όπως φέτα, μυζήθρα κ.λπ.
Το κόστος επένδυσης για την κατασκευή ενός τυροκομείου κυμαίνεται από 50.000 μέχρι και 100.000 ευρώ, ανάλογα με τις ποσότητες γάλακτος που θέλει ένας κτηνοτρόφος να εκμεταλλεύεται για την παραγωγή τυρ
Το κόστος επένδυσης για την κατασκευή ενός τυροκομείου κυμαίνεται από 50.000 μέχρι και 100.000 ευρώ, ανάλογα με τις ποσότητες γάλακτος που θέλει ένας κτηνοτρόφος να εκμεταλλεύεται για την παραγωγή τυροκομικών προϊόντων
Οι τιμές του αιγοπρόβειου γάλακτος κυμαίνονται από 0,85 ευρώ μέχρι 1,20 ευρώ το κιλό. Η τελευταία τιμή είναι για γάλα βιολογικής κτηνοτροφίας. Οι εκτιμήσεις κτηνοτρόφων θέλουν επί των τιμών αυτών και των ποσοτήτων που θα μεταποιήσουν για την παραγωγής τυριών, γιαούρτης, μυζήθρας κλπ. το εισόδημά τους μπορεί να αυξηθεί κατά 20 με 30%, «εφόσον βέβαια», όπως επισημαίνει στις Επαγγελματικές Ευκαιρίες ο κτηνοτρόφος από τη Φθιώτιδα Νίκος Κατσούλας, «δώσουν στα προϊόντά τους ξεχωριστή γεύση, ποιότητα και πετύχουν δίκτυα διανομής. Ολα βέβαια εξαρτώνται», συμπληρώνει ο ίδιος και από την προσφορά και τη ζήτηση στην αγορά».
Λύση για τους κτηνοτρόφους, προκειμένου να μειώσουν την εξάρτησή τους από τους προμηθευτές να ελέγξουν τα κόστη τους αλλά και να διαθέτουν οι ίδιοι την παραγωγή τους, αποτελεί η ίδρυση οικογενειακού τύπου τυροκομείου, λέει ο Δημήτρης Ρουκάς γεωπόνος ζωοτέχνης και επιστημονικός συνεργάτης στην Περιφέρεια Πιερίας:
«Η ιδανική και η πιο οικονομική λύση για τους κτηνοτρόφους που θέλουν να παράγουν κάποια από τα πιστοποιημένα μας είδη τυριών, είναι η καθετοποίηση της παραγωγής τους με την κατασκευή ενός μικρού εργοστασίου παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων μέσα στην ίδια την κτηνοτροφική μονάδα. Τι είναι ένα μικρό εργοστάσιο παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων μέσα στην ίδια την κτηνοτροφική μονάδα; Είναι μια μικρογραφία μονάδας μεταποίησης γαλακτοκομικών προϊόντων, που περιλαμβάνει όλο τον εξοπλισμό που απαιτείται για την κατασκευή μιας πολύ μεγάλης ποικιλίας γαλακτοκομικών προϊόντων», σημειώνει ο κ. Ρουκάς.
Οικογενειακά  τυροκομεία από κτηνοτρόφους
Ο ίδιος συμπληρώνει: «Οι εγκαταστάσεις έχουν σχεδιαστεί ώστε να καταλαμβάνουν μικρούς φυσικούς χώρους. Ως επί το πλείστον χρησιμοποιούνται σε οικογενειακά αγροκτήματα και είναι μοναδικά για τη διαδικασία παραγωγής και των πιο εξειδικευμένων προϊόντων κοντά στις αγορές-στόχους τους.
Ο τύπος του εξοπλισμού στο «Οικογενειακού Τύπου» τυροκομείο καθώς και η μορφή της εγκατάστασης πρέπει να είναι σύμφωνα με τις επιθυμίες του παραγωγού και το πεδίο εφαρμογής της κτηνοτροφικής μονάδας σε διάφορα προϊόντα».
Οικογενειακά  τυροκομεία από κτηνοτρόφους
Το κόστος επένδυσης για την κατασκευή ενός τυροκομείου κυμαίνεται από 50.000 μέχρι και 100.000 ευρώ, ανάλογα με τις ποσότητες γάλακτος που θέλει ένας κτηνοτρόφος να εκμεταλλεύεται για την παραγωγή τυροκομικών προϊόντων. Ετσι, κάποιος μπορεί να βρει έναν χώρο από 40 έως και 100 τ.μ. και να αναζητήσει την αγορά εξοπλισμού.
Η καθετοποίηση της κτηνοτροφικής δραστηριότητας αποτελεί σημαντική ευκαιρία για τους Ελληνες παραγωγούς με δεδομένη και την αναγνώριση που έχουν στις ξένες αγορές τα ΠΟΠ τυροκομικά μας προϊόντα. Ο κ. Ρουκάς κάνει επίσης γνωστό ό,τι το μοντέλο των μικρών αγροκτημάτων ακολουθείται εδώ και δεκαετίες στις ευρωπαϊκές χώρες:
«Στο θέμα της αγροκτηνοτροφικής παραγωγής δίνονται επιδοτήσεις της ΕΕ με στόχο να φτάσουμε στο σημείο όπου ο κτηνοτρόφος να είναι σε θέση να έχει, αν το θέλει φυσικά, μια μικρή τυροκομική μονάδα όπου θα παράγει προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Αυτό συμβαίνει στη Γερμανία αλλά και σε άλλες χώρες εδώ και δεκαετίες.
Αντίθετα στην Ελλάδα κάθε άλλο παρά ενθαρρύνθηκε μια τέτοια προσπάθεια, με μόνη εξαίρεση ίσως τον οινοποιητικό τομέα. Στην Ολλανδία περίπου 50 αγροκτήματα παράγουν 450.000 κιλά τυρί από κατσικίσιο γάλα και 22 αγροκτήματα παράγουν 60.000 κιλά τυρί από πρόβειο γάλα (2002).
Η παρασκευή των παραδοσιακών τυριών στο αγρόκτημα από γάλα που παράγεται από ζώα που εκτρέφονται σ' αυτό με τη χρήση παραδοσιακών μεθόδων και τεχνικών παρουσιάζει σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με την ποιότητα του τυριού».
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΜΟΝΑΔΑΣ
Το κόστος του εξοπλισμού
Τουλάχιστον 100.000 ευρώ ανεβαίνει το κόστος επένδυσης για ένα μεγαλύτερο τυροκομείο, σύμφωνα με έρευνα αγοράς που έχει κάνει ο κτηνοτρόφος Νίκος Κατσούλας, και ο οποίος ετοιμάζεται να προχωρήσει στην ίδρυσή του.
Ο κ. Κατσούλας έχει 300 πρόβατα και παράγει κάθε χρόνο 80 με 100 τόνους γάλα.
Το ύψος της επένδυσης για ένα τυροκομείο εμβαδού 100 τμ μαζί με τον εξοπλισμό μπορεί να υπερβεί τις 100.000 ευρώ. Για παράδειγμα η κατασκευή κτίσματος 100τμ σύμφωνα με τα πρότυπα των υγειονομικών απαιτήσεων απαιτεί τουλάχιστον 50.000 ευρώ. Το κόστος τώρα για τα βασικά μηχανήματα εξοπλισμού διαμορφώνεται ως εξής: δεξαμενές συντήρησης γάλακτος (παγολεκάνες) από 3.000- 5.000 ευρώ, αποκορυφωτής από 10.000- 30.000 ευρώ, καζάνι βρασμού και πήξης 10.000 έως 20.000 ευρώ, και ακόμα χρειάζονται τράπεζες τυριού, ράφια, ωριμαντήρας και ψυγείο συντήρησης, ενώ για την παραγωγή γιαουρτιού απαιτείται θάλαμος ψύξης-θέρμανσης.
Τι πρέπει να γνωρίζουν οι παραγωγοί
Τα μικρά αυτά τυροκομεία «οικογενειακού τύπου» μπορεί να επεξεργάζονται από 200 μέχρι 450 λίτρα γάλα σε κάθε κύκλο παραγωγής και χρειάζονται μόλις 20 τ.μ. για να μετατρέψουν το αιγοπρόβειο γάλα σε διάφορους τύπους τυριών, εξηγεί ο Δημήτρης Ρουκάς. Και συνεχίζει: «Χρειάζονται άλλα 20 τ.μ. το πολύ για τους χώρους ωρίμανσης, αποθήκευσης και πώλησης. Το μικρό τυροκομείο έχει υπολογισθεί και κατασκευασθεί για τις ανάγκες παραγωγών της τάξης των 300 με 600 εκτρεφόμενων αιγοπροβάτων με ετήσια παραγωγή (240 ημέρες) κατά μέσο όρο 320-520 λίτρα γάλα. Η μονάδα έχει σχεδιασθεί ώστε να εξυπηρετεί τις ανάγκες τυροκόμησης, παρασκευής γιαουρτιού, ωρίμανσης, ψύξης και συντήρησης των προϊόντων. Με αυτό το συγκρότημα είναι δυνατόν να κατασκευάσουν οποιονδήποτε τύπο τυριών και μυζήθρας με βάση τις τελευταίες προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής Ενωσης. (EE 92/46)».
Το κόστος δημιουργίας μιας μικρής τυροκομικής επιχείρησης, με τη δυνατότητα επεξεργασίας 200-300 λίτρων γάλακτος για κάθε κύκλο εργασίας, για την κατασκευή και την αγορά του εξοπλισμού μπορεί να κοστίσει περίπου στα 50.000 ευρώ. Το 25% του κόστους αφορά την κατασκευή της μονάδας, το 15% αφορά τη διαμόρφωση του εσωτερικού και το υπόλοιπο 60% αφορά την αγορά του εξοπλισμού.
Για τη μικρή τυροκομική μονάδα μπορούν να χρησιμοποιηθούν χώροι παλαιών κτισμάτων που μπορούν να υπάρχουν στους κοντινούς οικισμούς.
Επιδοτήσεις
Μέσα από προγράμματα μπορούν να ιδρυθούν μικρές τυροκομικές μονάδες και να επιδοτηθούν προκειμένου να βελτιώσουν και να εκσυγχρονίσουν τον μηχανολογικό εξοπλισμό τους. Μία μεγάλη κατηγορία προβλημάτων που αντιμετωπίζει η παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων είναι τα οικονομικά και η άδεια ίδρυσης της μικρής τυροκομικής μονάδας. Τα οικονομικά σχετίζονται με τις υψηλές επενδύσεις που απαιτούνται, το υψηλό κόστος χρηματοδότησης (υψηλά επιτόκια δανεισμού) με συνέπεια το υψηλό κόστος παραγωγής. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι απαιτούνται και ιδιαίτερες επενδύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, την έκδοση αδειών ίδρυσης και λειτουργίας και γενικά επενδύσεις που δεν σχετίζονται άμεσα με την παραγωγική διαδικασία. Με την κατασκευή ενός συστήματος μικρής κλίμακας εγκατάστασης τύπου εμπορευματοκιβωτίων (Container) για την επεξεργασία του γάλακτος το υψηλό κόστος της επένδυσης ελαχιστοποιείται.
Εγγύηση διαρκείας η ετικέτα «ΠΟΠ»
Η ελληνική κτηνοτροφία στηρίζεται κυρίως στην εκτροφή αιγοπροβάτων. Το αιγοπρόβειο γάλα αντιπροσωπεύει το 60% περίπου της συνολικής γαλακτοπαραγωγής της Ελλάδας, και τουλάχιστον το 85% της παραγωγής της σε τυριά προέρχεται από το γάλα αυτό.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση για να διαφοροποιήσει και να διασφαλίσει τα προϊόντα που παρουσιάζουν ιδιότυπα χαρακτηριστικά δημοσίευσε τον Κανονισμό 2081/92/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την Προστασία των Γεωγραφικών Ενδείξεων και Ονομασιών Προέλευσης των Γεωργικών Προϊόντων και Τροφίμων. Για να δικαιούται ένα γεωγραφικό προϊόν ή τρόφιμο Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) θα πρέπει, πέραν άλλων, να ανταποκρίνεται σε ορισμένες προδιαγραφές και να παράγεται παραδοσιακά σε μια επακριβώς οριοθετημένη περιοχή, στο ανθρώπινο και φυσικό περιβάλλον της οποίας αποδίδονται τα πρωτότυπα χαρακτηριστικά του. Κάθε παραδοσιακή ονομασία, σύμφωνα με τον Κανονισμό αυτόν, αποτελεί μια κληρονομιά η οποία ανήκει σε όλους όσοι ζουν και θα ζήσουν στην περιοχή που δημιουργήθηκε και αναπτύχθηκε το παραδοσιακό προϊόν. Είναι μια εγγύηση διάρκειας που μπορεί αναμφίβολα να χρησιμοποιηθεί για το προϊόν επί αιώνες, προσφέροντας πολλά πλεονεκτήματα, τα οποία εναπόκειται στον πληθυσμό που κατοικεί στις περιοχές αυτές να τα διατηρήσει και να τα αναπτύξει.
Ανάμεσα στα ελληνικά παραδοσιακά τυριά που είναι ΠΟΠ περιλαμβάνονται τα εξής:
Φέτα, Κασέρι, Κεφαλογραβιέρα, Μανούρι, Γαλοτύρι, Κοπανιστή, Γραβιέρα Κρήτης, Γραβιέρα Νάξου, Γραβιέρα Αγράφων, Σφέλα, Ανεβατό, Καλαθάκι Λήμνου, Κατίκι Δομοκού, Λαδοτύρι Μυτιλήνης, Μετσοβόνε, Μπάτζος, Ξινομυζήθρα Κρήτης, Πηχτόγαλο Χανίων, Σαν Μιχάλη και Φορμαέλα Αράχοβας Παρνασσού.
ΠΟΥ ΘΑ ΑΠΕΥΘΥΝΘΩ
Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Τηλέφωνο: 1540
ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΟΛΩΝΑΣ